πρωία

πρωία
Τίτλος αθηναϊκών εφημερίδων. 1. Ημερήσια εφημερίδα, όργανο του Εθνικού κόμματος (1879 – 1905). Εκδόθηκε σε δύο περιόδους· από τις 11 Μαρτίου 1879 μέχρι τις 2 Αυγούστου 1894 με διευθυντή τον I. Αντωνόπουλο, και από τις 3 Αυγούστου μέχρι τις 12 Ιουλίου 1905 με διευθυντές τους Ν. Ράδο και Γ. Ματθόπουλο. 2. Ημερήσια εφημερίδα που ιδρύθηκε από τους αδελφούς Πεσμαζόγλου με διευθυντή τον Στέφανο Πεσμαζόγλου. Το πρώτο φύλλο της κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1925.
* * *
η / πρωΐα, ΝΜΑ
ο χρόνος γύρω από την ανατολή τού ηλίου, το πρωί («ἀπὸ πρωίας ἄχρις ἡλίου δύσεως», επιγρ.)
νεοελλ.
1. το χρονικό διάστημα από την αυγή ώς το μεσημέρι
2. φρ. «από πρωίας μέχρις εσπέρας» — από το πρωί ώς το βράδυ
αρχ.
(η γεν. ως επίρρ.) πρωΐας
κατά το πρωί («πρωΐας δὲ ἐπανάγων εἰς τὴν πόλιν ἐπείνασε», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού θηλ. τού επιθ. πρώϊος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πρωία — πρωίᾱ , πρώιος early fem nom/voc/acc dual πρωίᾱ , πρώιος early fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωίᾳ — πρωίᾱͅ , πρώιος early fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώια — πρώιος early neut nom/voc/acc pl πρῴ̱ᾱ , πρώιος early fem nom/voc/acc dual (attic) πρῴ̱ᾱ , πρώιος early fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωίας — πρωίᾱς , πρώιος early fem acc pl πρωίᾱς , πρώιος early fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωίαι — πρωίᾱͅ , πρώιος early fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωίαν — πρωίᾱν , πρώιος early fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρωινός — ή, ό / πρωινός, ή, όν, ΝΜΑ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πρωία ή αυτός που γίνεται κατά την πρωία (α. «πρωινός περίπατος» β. «κατὰ τὴν θυσίαν τὴν πρωϊνήν», ΠΔ) νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή γίνεται κατά το χρονικό διάστημα από… …   Dictionary of Greek

  • πρώϊος — ΐα, ον, και αττ. τ. πρῷος, α, ον, Α [πρωΐ] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο πρωί ή αυτός που γίνεται κατά το πρωί, ο πρωινός 2. αυτός που γίνεται κατά την αρχή μιας χρονικής περιόδου, αυτός που γίνεται πολύ νωρίς, ο πρώιμος (α. «[ὁ στρατὸς]… …   Dictionary of Greek

  • Procès des Six — Déposition du colonel Passaris, ancien sous chef de l État major, témoignant pour l accusation Le procès des Six est un procès qui s est déroulé en Grèce en octobre novembre 1922, à l issue de la guerre gréco turque et de la Grande catastrophe ( …   Wikipédia en Français

  • πρωή — ἡ, ΜΑ η πρωία. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τού πρωΐα, κατά τα θηλ. σε η] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”